Πληθωριστικός στα αγγλικά

Μετάφραση: πληθωριστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inflationary, of inflation, inflationary usage
Πληθωριστικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πληθωριστικός

inflationary
  • πληθωριστικός

Σχετικές λέξεις: πληθωριστικός

πληθωριστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, πληθωριστικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • πληγώνω στα αγγλικά - hurt, scathe, scotch, wound, scar
  • πληθυσμός στα αγγλικά - population, population of, population is, the population, populations
  • πληθώρα στα αγγλικά - spate, riot, plethora, plurality, variety, plethora of, multitude
  • πληκτικός στα αγγλικά - tedious, dull, uninteresting, humdrum, prolix, sententious
Τυχαίες λέξεις
Πληθωριστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: inflationary, of inflation, inflationary usage