Πριμοδότηση στα αγγλικά
Μετάφραση: πριμοδότηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bounty, premium, bonus, premiums, a premium, the premium
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πριμοδότηση
πριμοδότηση αθλητών, πριμοδότηση πρώτου κόμματος, πριμοδότηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, πριμοδότηση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- πρηνής στα αγγλικά - prone, procumbent, prostrate
- πριμ στα αγγλικά - bonus, bonuses, premium, premiums, a premium
- πριν στα αγγλικά - beforehand, before, ago, prior, prior to
- πριονίζω στα αγγλικά - saw, jag, sawing
Τυχαίες λέξεις
Πριμοδότηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: bounty, premium, bonus, premiums, a premium, the premium
Μεταφράσεις: bounty, premium, bonus, premiums, a premium, the premium