Προικίζω στα αγγλικά

Μετάφραση: προικίζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
endow, dower, indue
Προικίζω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: προικίζω

dower
  • προικίζω
endow
  • προικίζω
  • χαρίζω
indue
  • περιβάλλω
  • προικίζω

Σχετικές λέξεις: προικίζω

προικίζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, προικίζω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • προθάλαμος στα αγγλικά - anteroom, lobby, vestibule, antechamber, hall
  • προθυμία στα αγγλικά - eagerness, alacrity, willingness, readiness, willingness to, willing
  • προικισμένος στα αγγλικά - talented, gifted, endowed, a gifted, blessed
  • προικοδότηση στα αγγλικά - endowment, endowing, allocation for, endowment of, allocation of EUR
Τυχαίες λέξεις
Προικίζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: endow, dower, indue