Προκαλώ στα αγγλικά

Μετάφραση: προκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
provoke, cause, challenge, induce, dare, defy, beget
Προκαλώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: προκαλώ

dare
  • τολμώ
  • αψηφώ
  • αντιμετωπίζω
  • προκαλώ
defy
  • προκαλώ
  • αψηφώ
beget
  • γεννώ
  • προκαλώ
cause
  • προκαλώ
  • γίνομαι αιτία
  • προξενώ
evoke
  • προκαλώ
  • επικαλούμαι
fetch
  • φέρω
  • προκαλώ
  • φέρνω
provoke
  • προκαλώ
  • ερεθίζω
bring on
  • προκαλώ
engender
  • γεννώ
  • προκαλώ
  • προξενώ
challenge
  • προκαλώ
call forth
  • προκαλώ
  • επιστρατεύω
bring about
  • προκαλώ

Σχετικές λέξεις: προκαλώ

προκαλώ ετυμολογία, προκαλώ εμετό, προκαλώ in english, προκαλώ την τύχη μου, προκαλώ συνώνυμα, προκαλώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, προκαλώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • προικισμένος στα αγγλικά - talented, gifted, endowed, a gifted, blessed
  • προικοδότηση στα αγγλικά - endowment, endowing, allocation for, endowment of, allocation of EUR
  • προκατάληψη στα αγγλικά - bias, preconception, prejudice, prejudices
  • προκαταβάλλω στα αγγλικά - advance, prokatavallo
Τυχαίες λέξεις
Προκαλώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: provoke, cause, challenge, induce, dare, defy, beget