Προσάρτημα στα αγγλικά

Μετάφραση: προσάρτημα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
appendix, attachment, appendage, Appendix, the Appendix
Προσάρτημα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: προσάρτημα

appendage
  • προσάρτημα
  • παράρτημα
attachment
  • προσάρτημα
  • σύνδεση
  • κατάσχεση
  • προσήλωση
  • αφοσίωση

Σχετικές λέξεις: προσάρτημα

προσάρτημα βυθιζόμενης φρέζας (335), προσάρτημα ισολογισμού υποδειγμα, προσάρτημα αγγλικά, προσάρτημα mini saw (670), προσάρτημα επε, προσάρτημα λεξικό γλώσσας αγγλικά, προσάρτημα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • προς στα αγγλικά - towards, toward, to, on, for
  • προσάναμμα στα αγγλικά - tinder, firelighter, kindling
  • προσέγγιση στα αγγλικά - approach, approximation, rapprochement, approximately, approximate
  • προσήλωση στα αγγλικά - application, dedication, assiduity, attachment, commitment, adherence, commitment to
Τυχαίες λέξεις
Προσάρτημα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: appendix, attachment, appendage, Appendix, the Appendix