Πυκνότητα στα αγγλικά
Μετάφραση: πυκνότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
thickness, density, consistency, density of, a density, a density of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πυκνότητα
density
- πυκνότητα
- βραδύνοια
- πυκνότητα
- εγγύτητα
- στενότητα
- στενότης
- εγγύτης
- ομοιότητα
- πυκνότητα
- συνοχή
- πυκνότητα
- συνέπεια
- σταθερότητα
- συνοχή
- συνέπεια
- πυκνότητα
- σταθερότητα
Σχετικές λέξεις: πυκνότητα
πυκνότητα λαδιού, πυκνότητα πάγου, πυκνότητα βενζίνης, πυκνότητα χαλκού, πυκνότητα σιδήρου, πυκνότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, πυκνότητα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- πυκνωτής στα αγγλικά - condenser, capacitor, a capacitor, capacitor is
- πυκνός στα αγγλικά - thick, dense, thickset, bushing, serried
- πυκνώνω στα αγγλικά - thicken, condense
- πυξίδα στα αγγλικά - compass, a compass, pyxis, the compass
Τυχαίες λέξεις
Πυκνότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: thickness, density, consistency, density of, a density, a density of
Μεταφράσεις: thickness, density, consistency, density of, a density, a density of