Στενόχωρος στα αγγλικά

Μετάφραση: στενόχωρος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cramped, uncomfortable, poky, strait, embarrassing, inconvenient
Στενόχωρος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: στενόχωρος

poky
  • νωθρός
  • ηλίθιος
  • στενόχωρος
  • περιορισμένος
strait
  • στενόχωρος
  • στενός
stringent
  • αυστηρός
  • στενόχωρος
embarrassing
  • στενόχωρος
incommodious
  • στενόχωρος
inconvenient
  • ακατάλληλος
  • στενόχωρος
  • άβολος
uncomfortable
  • μη αναπαυτικός
  • άβολος
  • στενόχωρος

Σχετικές λέξεις: στενόχωρος

στενόχωρος λεξικό γλώσσας αγγλικά, στενόχωρος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • στενάζω στα αγγλικά - moan, sigh
  • στενός στα αγγλικά - narrow, intimate, tight, close, a close, closely
  • στερέωση στα αγγλικά - fixing, fastening, fixation, securing, mounting
  • στερεοτυπία στα αγγλικά - stereotype, stereotypy, stereotypy are
Τυχαίες λέξεις
Στενόχωρος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: cramped, uncomfortable, poky, strait, embarrassing, inconvenient