Συμβιβαστικός στα αγγλικά
Μετάφραση: συμβιβαστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
conciliatory, reconciliatory, accommodating
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συμβιβαστικός
conciliatory
- διαλλακτικός
- συμβιβαστικός
- συμφιλιωτικός
- βολικός
- συμβιβαστικός
- υποχρεωτικός
- συμβιβαστικός
Σχετικές λέξεις: συμβιβαστικός
συμβιβαστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, συμβιβαστικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- συμβιβάζω στα αγγλικά - reconcile, compromise, conciliate
- συμβιβασμός στα αγγλικά - compromise, reconciliation, conciliation, a compromise, settlement
- συμβολή στα αγγλικά - contribution, junction, confluence, contribute, contribution to
- συμβολαιογράφος στα αγγλικά - notary, conveyancer, Lawyer Notary, a notary, notaries
Τυχαίες λέξεις
Συμβιβαστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: conciliatory, reconciliatory, accommodating
Μεταφράσεις: conciliatory, reconciliatory, accommodating