Συνηθίζω στα αγγλικά
Μετάφραση: συνηθίζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accustom, habituate, inure, get accustomed, break in
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συνηθίζω
use
- κάνω χρήση
- συνηθίζω
- μεταχειρίζομαι
- χρησιμοποιώ
- σκληραγωγώ
- συνηθίζω
- συνηθίζω
- παραβιάζω
- συνηθίζω
- συνηθίζω
- συνειθίζω
- συνηθίζω
Σχετικές λέξεις: συνηθίζω
συνηθίζω ετυμολογια, συνηθίζω συνωνυμα, συνηθίζω να, συνηθίζω αγγλικά, συνηθίζω στα αγγλικα, συνηθίζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, συνηθίζω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- συνηγορία στα αγγλικά - defence, advocacy, pleading, advocating, advocate
- συνηγορώ στα αγγλικά - advocate, plead, urge, I would urge, would urge
- συνηθισμένος στα αγγλικά - common, ordinary, usual, accustomed, wont
- συνθέτης στα αγγλικά - composer, a composer, composer of, synthesizer, songwriter
Τυχαίες λέξεις
Συνηθίζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: accustom, habituate, inure, get accustomed, break in
Μεταφράσεις: accustom, habituate, inure, get accustomed, break in