Συντριπτικός στα αγγλικά
Μετάφραση: συντριπτικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
crushing, smashing, overpowering, overwhelming
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συντριπτικός
crushing
- συντριπτικός
- συντριπτικός
- συντριπτικός
Σχετικές λέξεις: συντριπτικός
συντριπτικόσ συνώνυμο, συντριπτικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, συντριπτικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- συντονισμός στα αγγλικά - coordination, coordinate, coordinated, coordination of
- συντρίβω στα αγγλικά - stun, smash, lick, dash, overwhelm, squelch, crush, ...
- συντροφιά στα αγγλικά - companionship, company, bevy, fellowship, companion
- συνυπάρχω στα αγγλικά - coexist, coexist with, didn
Τυχαίες λέξεις
Συντριπτικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: crushing, smashing, overpowering, overwhelming
Μεταφράσεις: crushing, smashing, overpowering, overwhelming