Συστολή στα αγγλικά

Μετάφραση: συστολή, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
contraction, constraint, shyness, systole, shrinkage, constriction
Συστολή στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συστολή

coyness
  • συστολή
shyness
  • συστολή
  • δειλία
  • ντροπαλοσύνη
systole
  • συστολή
shrinkage
  • συρρίκνωση
  • συστολή
  • μείωση
  • ζάρωμα
constraint
  • περιορισμός
  • βία
  • εξαναγκασμός
  • αμηχανία
  • ανάγκη
  • συστολή
bashfulness
  • σεμνότητα
  • συστολή
  • αιδημοσύνη
contraction
  • συστολή
  • σύσπαση
  • στένεμα
  • συναίρεση
  • συνηρημένη λέξη

Σχετικές λέξεις: συστολή

συστολή και διαστολή, συστολή και διαστολή υγρών, συστολή θρόμβου, συστολή ξήρανσης, συστολή αγγλίας, συστολή λεξικό γλώσσας αγγλικά, συστολή στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • συστατικός στα αγγλικά - component, constituent, testimonial, recommendatory, commendatory, constitutive
  • συστοιχία στα αγγλικά - cluster, battery, array, array of, bank, the array
  • συσφίγγω στα αγγλικά - clamp, constrict, tighten together
  • συσχέτιση στα αγγλικά - correlation, correlating, association, Relation, relationship
Τυχαίες λέξεις
Συστολή στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: contraction, constraint, shyness, systole, shrinkage, constriction