Συχνός στα αγγλικά
Μετάφραση: συχνός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frequent, a frequent
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συχνός
frequent
- συχνός
- αλλεπάλληλος
- συχνός
Σχετικές λέξεις: συχνός
συχνός συνώνυμα, συχνόσ λόξυγγασ, συχνός πονοκέφαλος, συχνός βήχας, συχνός αγγλικά, συχνός λεξικό γλώσσας αγγλικά, συχνός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- συχνά στα αγγλικά - frequently, often, are often, is often, commonly
- συχνάζω στα αγγλικά - frequent, hang out, haunt, Hang, I frequent
- σφάζω στα αγγλικά - butcher, slay, massacre, kill, throats
- σφήκα στα αγγλικά - wasp, hornet, a wasp, the wasp
Τυχαίες λέξεις
Συχνός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: frequent, a frequent
Μεταφράσεις: frequent, a frequent