Σφιχτός στα αγγλικά

Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tight, firm, hidebound, tenacious
Σφιχτός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: σφιχτός

firm
  • σφιχτός
  • σταθερός
tight
  • σφιχτός
  • μεθυσμένος
  • τέζα
  • σφιγκτός
  • τεντωμένος
  • σφικτός
hidebound
  • σφιχτός
  • ισχυρογνώμων
  • στενοκέφαλος
tenacious
  • επίμονος
  • συγκρατητικός
  • συνεκτικός
  • σφιχτός
  • ανυποχώρητος

Σχετικές λέξεις: σφιχτός

σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας αγγλικά, σφιχτός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • σφηνώνω στα αγγλικά - lodge, jam
  • σφικτά στα αγγλικά - firmly, tightly, tight, snugly, is tightly
  • σφοδρά στα αγγλικά - vehemently, inveighingly, strongly, sharply, fiercely
  • σφοδρός στα αγγλικά - heated, vehement, violent, intense, splitting, strenuous
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: tight, firm, hidebound, tenacious