Υφηγητής στα αγγλικά

Μετάφραση: υφηγητής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lecturer, don, assistant professor, a lecturer, Assistant Professor of
Υφηγητής στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: υφηγητής

don
  • υφηγητής
  • κύριος
lecturer
  • λέκτορας
  • ομιλητής
  • υφηγητής

Σχετικές λέξεις: υφηγητής

υφηγητής λεξικό γλώσσας αγγλικά, υφηγητής στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • υφαίνω στα αγγλικά - weave, weaving, to weave
  • υφαντής στα αγγλικά - weaver, Ifantis, woven, Yfantis
  • υφιστάμενος στα αγγλικά - subaltern, subordinate, junior, underling, current, existing, incumbent, ...
  • υψόμετρο στα αγγλικά - altitude, elevation, altimeter, altitude of, an altitude
Τυχαίες λέξεις
Υφηγητής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: lecturer, don, assistant professor, a lecturer, Assistant Professor of