Ψηφοφόρος στα αγγλικά
Μετάφραση: ψηφοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
voter, constituent, elector, constituent of, voters
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ψηφοφόρος
voter
- ψηφοφόρος
- ψηφίζων
- συστατικό μέρος
- ψηφοφόρος
- εκλογεύς
- εκλογέας
Σχετικές λέξεις: ψηφοφόρος
ψηφοφόρος χρυσής αυγής ετών 25, ψηφοφόρος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ψηφοφόρος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ψηφιακός στα αγγλικά - digital, a digital, of digital
- ψηφοφορία στα αγγλικά - voting, ballot, poll, suffrage, vote
- ψιθυρίζω στα αγγλικά - whisper, mutter, rustle, murmur, I whisper
- ψιθυρισμός στα αγγλικά - whisper, whispering, susurration
Τυχαίες λέξεις
Ψηφοφόρος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: voter, constituent, elector, constituent of, voters
Μεταφράσεις: voter, constituent, elector, constituent of, voters