Αναστέλλω στα αλβανικά

Μετάφραση: αναστέλλω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pengoj, frenoj, pengojnë, të pengojnë, frenojnë
Αναστέλλω στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναστέλλω

αναστέλλω αντωνυμο, αναστέλλω τι σημαινει, αναστέλλω συνώνυμο, αναστέλλω λεξικο, αναστέλλω ορισμός, αναστέλλω λεξικό γλώσσας αλβανικά, αναστέλλω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • ανασκόπηση στα αλβανικά - rishikim, shqyrtim, përmbledhje, rishikimi, Shqyrtimi
  • αναστάτωση στα αλβανικά - përçarje, ndërprerje, ndërprerja, prishja, percarje
  • αναστατώνω στα αλβανικά - acaroj, shqetësohem, trazim, acarim, nervozim
  • αναστενάζω στα αλβανικά - psherëtimë, rënkon, sigh, psherëtimë e, psherëtimë të
Τυχαίες λέξεις
Αναστέλλω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: pengoj, frenoj, pengojnë, të pengojnë, frenojnë