Δεσμεύω στα αλβανικά
Μετάφραση: δεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lidh, pengesë, frenoj, vargonj, lidh me zinxhirë, vargua
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμεύω
δεσμεύω χρήματα, δεσμεύω συνωνυμα, δεσμεύω συνώνυμα, δεσμεύω στα αγγλικά, δεσμεύω λεξικό γλώσσας αλβανικά, δεσμεύω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- δεσμίδα στα αλβανικά - pako, Sasi e madhe, tufë
- δεσμευτικός στα αλβανικά - detyrues, detyrueshme, detyruese, të detyrueshme, detyrueshëm
- δεσμοφύλακας στα αλβανικά - rojtar burgu, rojtari, gardian
- δεσμός στα αλβανικά - lidhje, obligacion, lidhja, bonove, lidhje e
Τυχαίες λέξεις
Δεσμεύω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: lidh, pengesë, frenoj, vargonj, lidh me zinxhirë, vargua
Μεταφράσεις: lidh, pengesë, frenoj, vargonj, lidh me zinxhirë, vargua