Εντατικοποίηση στα αλβανικά
Μετάφραση: εντατικοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtim, intensifikimi, intensifikimin, intensifikim, intensifikimi i
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντατικοποίηση
εντατικοποίηση συνώνυμα, εντατικοποίηση της εργασίας, εντατικοποίηση σπουδών, εντατικοποίηση γεωργίας, εντατικοποίηση λεξικό γλώσσας αλβανικά, εντατικοποίηση στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- εντάσσω στα αλβανικά - unë, I, kam, të, që unë
- εντατικά στα αλβανικά - intensivisht, intensive, mënyrë intensive, intenzivisht, në mënyrë intensive
- εντατικός στα αλβανικά - intensiv, intensive, intenzive, intenziv, intensiv të
- εντείνω στα αλβανικά - intensifikojë, intensifikojnë, intensifikohet, intensifikohen, intensifikojmë
Τυχαίες λέξεις
Εντατικοποίηση στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shtim, intensifikimi, intensifikimin, intensifikim, intensifikimi i
Μεταφράσεις: shtim, intensifikimi, intensifikimin, intensifikim, intensifikimi i