Κατορθώνω στα αλβανικά
Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vënë, të vënë, vihet, vendosur, vuri
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατορθώνω
κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, κατορθώνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- κατοικώ στα αλβανικά - banoj, jetoj, jetojnë, jetuar, të jetuar, të jetojnë
- κατολίσθηση στα αλβανικά - rrëshqitje, rrëshqitur, lëvizshëm, rrëshqitje e, me rrëshqitje
- κατοχή στα αλβανικά - zotërim, posedim, pronë, posedimi, posedimin
- κατοχυρώνω στα αλβανικά - mbroj, ruaj, pasuroj, fortifikuar, të pasuroj, të fortifikuar, fortifikoj
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: vënë, të vënë, vihet, vendosur, vuri
Μεταφράσεις: vënë, të vënë, vihet, vendosur, vuri