Κλιμάκωση στα αλβανικά
Μετάφραση: κλιμάκωση, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkallë, shkallëzim, përshkallëzim, eskalimi, përshkallëzimi, eskalimin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλιμάκωση
κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2013, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση συνώνυμο, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2011, κλιμάκωση λεξικό γλώσσας αλβανικά, κλιμάκωση στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- κλητεύω στα αλβανικά - thirrje, thirrje gjyqi
- κλικ στα αλβανικά - click, klikoni, klik, klikim, kliko
- κλιμακώνομαι στα αλβανικά - përshkallëzohet, escalates, përshkallëzon, acarohet, të përshkallëzohet
- κλινική στα αλβανικά - klinikë, klinika, klinikën, klinikën e, klinika e
Τυχαίες λέξεις
Κλιμάκωση στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shkallë, shkallëzim, përshkallëzim, eskalimi, përshkallëzimi, eskalimin
Μεταφράσεις: shkallë, shkallëzim, përshkallëzim, eskalimi, përshkallëzimi, eskalimin