Μομφή στα αλβανικά
Μετάφραση: μομφή, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
turp, qortim, turpi, turpi i, objekt përçmimi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μομφή
μομφή σημαίνει, μομφή βικιπαιδεια, μομφή σημασία, μομφή ορισμός, μομφή συνώνυμο, μομφή λεξικό γλώσσας αλβανικά, μομφή στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- μολύβι στα αλβανικά - laps, Pencil, Eyeshadow, Shadow, lapsa
- μολύνω στα αλβανικά - infektoj, infektojnë, të infektojnë, infektojë, të infektojë
- μονάδα στα αλβανικά - njësi, njësia, njësi e, njësisë, Njësia e
- μονή στα αλβανικά - kishë, abaci, abbey
Τυχαίες λέξεις
Μομφή στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: turp, qortim, turpi, turpi i, objekt përçmimi
Μεταφράσεις: turp, qortim, turpi, turpi i, objekt përçmimi