Οξύ στα αλβανικά
Μετάφραση: οξύ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
acid, acidi, acidit, -acid, acide
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύ
οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου συμπτώματα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, οξύ ψυχωσικό επεισόδιο, οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, οξύ λεξικό γλώσσας αλβανικά, οξύ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- οξυδέρκεια στα αλβανικά - depërtim, Insajt, Insight, pasqyrë, vështrim
- οξυδερκής στα αλβανικά - fiks, mendjehollë, i mprehtë, mprehtë, hollë, i hollë
- οξύθυμος στα αλβανικά - gjaknxehtë
- οξύνοια στα αλβανικά - astuteness
Τυχαίες λέξεις
Οξύ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: acid, acidi, acidit, -acid, acide
Μεταφράσεις: acid, acidi, acidit, -acid, acide