Παρεμβαίνω στα αλβανικά
Μετάφραση: παρεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndërhyj, ndërhyjë, të ndërhyjë, të ndërhyrë, intervenojë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρεμβαίνω
παρεμβαίνω στα αγγλικα, παρεμβαίνω αόριστος, παρεμβαίνω λεξικο, παρεμβαίνω ετυμολογια, προβαίνω συνώνυμο, παρεμβαίνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, παρεμβαίνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- παρελθόν στα αλβανικά - e kaluara, kaluar, kaluara, kaluarën, përtej
- παρεμβάλλω στα αλβανικά - ndërkall, të ndërkall
- παρεμβολή στα αλβανικά - ndërhyrje, ndërhyrja, ndërhyrjet, ndërhyrja e, ndërhyrje të
- παρεμποδίζω στα αλβανικά - ecje çalë-çalë, pengoj, pengore, vë pengojcë kalit, pengojcë
Τυχαίες λέξεις
Παρεμβαίνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ndërhyj, ndërhyjë, të ndërhyjë, të ndërhyrë, intervenojë
Μεταφράσεις: ndërhyj, ndërhyjë, të ndërhyjë, të ndërhyrë, intervenojë