Άμμος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άμμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пясък, пясъчна, пясъка, пясъчни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμμος
άμμος αμμοβολής, άμμος γάτας, άμμος ήτανε, άμμος στο νεφρό, άμμος πόρτο ράφτη, άμμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άμμος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άμεμπτος στα βουλγαρικά - невинен, безупречен, непорочен, непорочни, безупречни
- άμεσος στα βουλγαρικά - директен, пряк, директно, пряка, директна
- άμορφος στα βουλγαρικά - безформен, безформена, безформено, безформени, безформената
- άμπωτη στα βουλγαρικά - отлив, отпадналост, намалява силата, залез
Τυχαίες λέξεις
Άμμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пясък, пясъчна, пясъка, пясъчни
Μεταφράσεις: пясък, пясъчна, пясъка, пясъчни