Αγόρι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αγόρι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
момче, момчето, момченце, дете
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγόρι
αγόρι μου τζένη βάνου, αγόρι μου τζένη βάνου στίχοι, αγόρι μου, αγόρι μου στολίδι μου, αγόρι ή κορίτσι, αγόρι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγόρι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αγωνιστής στα βουλγαρικά - боец, изтребител, борец, изтребители, боен
- αγωνιώ στα βουλγαρικά - да бъде, е, бъде, да, се
- αγύρτης στα βουλγαρικά - бродяга, шарлатан, самозванец, измамник, мошеник, измамница
- αγώνας στα βουλγαρικά - конфликт, противоречие, стълкновение, бой, мач, среща, съвпадение, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγόρι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: момче, момчето, момченце, дете
Μεταφράσεις: момче, момчето, момченце, дете