Αδύναμος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αδύναμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
слаб, слаба, хрупкай, слабо, слаби, слабата
Αδύναμος στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδύναμος

αδύναμος βικιλεξικο, αδύναμος συνώνυμα, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύναμος οργανισμός, αδύναμος χαρακτήρας, αδύναμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αδύναμος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αδυναμία στα βουλγαρικά - слабост, слабостта, слабости, немощ
  • αδυνατίζω στα βουλγαρικά - омаломощявам, отслаби
  • αδύνατον στα βουλγαρικά - невъзможно, възможно, невъзможна, невъзможен, е невъзможно
  • αδύνατος στα βουλγαρικά - слаб, слабо, слаба, слаби, слабата
Τυχαίες λέξεις
Αδύναμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: слаб, слаба, хрупкай, слабо, слаби, слабата