Αναστενάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναστενάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
въздишка, въздъхна, въздишката, стон
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστενάζω
αναστενάζω αγγλικα, αναστενάζω βγαίνει φωτιά, αναστενάζω βγαίνει φωτιά στιχοι, αναστενάζω και πονώ, αναστενάζω μετάφραση, αναστενάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναστενάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναστέλλω στα βουλγαρικά - инхибира, инхибират, потиска, инхибиране, инхибиране на
- αναστατώνω στα βουλγαρικά - нервирам, развълнувам, обърканост, тревога, обърквам
- αναστεναγμός στα βουλγαρικά - въздишка, въздъхна, въздишката, стон
- αναστηλώνω στα βουλγαρικά - реставрирана, възстановено, реставриран, възстановена, възстановен
Τυχαίες λέξεις
Αναστενάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: въздишка, въздъхна, въздишката, стон
Μεταφράσεις: въздишка, въздъхна, въздишката, стон