Ανοράκ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανοράκ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анораци, анораците, на анораци, якета, на анораците
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοράκ
ανοράκ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανοράκ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανοιχτός στα βουλγαρικά - отворени, отворен, отварям, отворена, отворено, открит
- ανοξείδωτος στα βουλγαρικά - неръждаема, от неръждаема, неръждаеми
- ανοσία στα βουλγαρικά - имунитет, имунитета, освобождаване, на имунитета
- ανοχή στα βουλγαρικά - толерантност, толеранс, търпимост, толерантността, отклонение
Τυχαίες λέξεις
Ανοράκ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: анораци, анораците, на анораци, якета, на анораците
Μεταφράσεις: анораци, анораците, на анораци, якета, на анораците