Αποβλακώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αποβλακώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вцепенявам, изумявам, замайвам, притъпявам, затъпявам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλακώνω
αποβλακώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αποβλακώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αποβλάκωση στα βουλγαρικά - оцепенелия, притъпяване, слисване, изумление, изумлението
- αποβλέπω στα βουλγαρικά - прицел, цели, целите, на целите, има за цел
- αποβολή στα βουλγαρικά - изгнание, аборт, абортите, аборта, аборти
- απογοήτευση στα βουλγαρικά - разочарование, разочарованието, разочарования, разочарованието си
Τυχαίες λέξεις
Αποβλακώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: вцепенявам, изумявам, замайвам, притъпявам, затъпявам
Μεταφράσεις: вцепенявам, изумявам, замайвам, притъпявам, затъпявам