Αποδοτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αποδοτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ефикасен, ефективно, ефективност, ефективна, ефективен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοτικός
αποδοτικός αλγόριθμος, αποδοτικός συνώνυμο, αποδοτικός συνώνυμα, αποδοτικός στα αγγλικά, αποδοτικός in english, αποδοτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αποδοτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αποδοκιμάζω στα βουλγαρικά - не одобрявам, одобрим, не одобри, не одобрим, одобрявам
- αποδοκιμασία στα βουλγαρικά - неодобрение, неодобрението, несъгласие, неодобрението си, неодобрително
- αποδοτικότητα στα βουλγαρικά - ефективност, ефективността, ефикасност, ефикасността, на ефективността
- αποδοχές στα βουλγαρικά - печалба, заработен, приходите, приходи, доходи, печалби
Τυχαίες λέξεις
Αποδοτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ефикасен, ефективно, ефективност, ефективна, ефективен
Μεταφράσεις: ефикасен, ефективно, ефективност, ефективна, ефективен