Αχνίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αχνίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пра, пръщене, пръщя, цвъртя, примамка, цвъртене
Αχνίζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αχνίζω

αχνίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αχνίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αχλάδι στα βουλγαρικά - круша, круши, крушовидна, крушата, от круши
  • αχλή στα βουλγαρικά - мътност, мараня, омара, мъгла, помътняване
  • αχρείος στα βουλγαρικά - мошеник, негодник, подлец, разбойник, мръсник
  • αχρηστεύω στα βουλγαρικά - възпрепятствувам, направят безпомощни, причиняване на временна недееспособност, на временна недееспособност на, на временна недееспособност
Τυχαίες λέξεις
Αχνίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пра, пръщене, пръщя, цвъртя, примамка, цвъртене