Δεμένος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δεμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
граница, подвързан, обвързан, свързан, свързания
Δεμένος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεμένος

δεμένος σκύλος, δεμένος συνωνυμα, δεμένοσ εδώ, δεμένος στα αγγλικά, δεμένοσ πισθάγκωνα στο μεσιανό κατάρτι, δεμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δεμένος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δελτίο στα βουλγαρικά - бюлетин, Бюлетина, Bulletin, бюлетин на
  • δελφίνι στα βουλγαρικά - делфин, делфините, Dolphin, на делфините, Долфин
  • δεν στα βουλγαρικά - не, да не, не е, не се
  • δεντρογέρακας στα βουλγαρικά - хобита, хоби, хобитата, свободно време
Τυχαίες λέξεις
Δεμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: граница, подвързан, обвързан, свързан, свързания