Δηλητηρίαση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δηλητηρίαση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отравяне, отравяния, отравяне с, отравянето, отравяне на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηλητηρίαση
δηλητηρίαση απο αυγό, δηλητηρίαση σκύλου, δηλητηρίαση από μύδια, δηλητηρίαση από νερό, δηλητηρίαση γάτας, δηλητηρίαση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δηλητηρίαση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δεύτερος στα βουλγαρικά - секунда, втори, второ, втората, втора, втория
- δηκτικός στα βουλγαρικά - унищожителен, язвителен, язвителна, унищожителна, язвително
- δηλητηριώδης στα βουλγαρικά - отровен, отровни, отровна, отровно, отровния
- δηλώνω στα βουλγαρικά - декларирам, декларира, декларират, да декларира, я обяви
Τυχαίες λέξεις
Δηλητηρίαση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отравяне, отравяния, отравяне с, отравянето, отравяне на
Μεταφράσεις: отравяне, отравяния, отравяне с, отравянето, отравяне на