Διακριτικότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διακριτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дискретност, преценка, усмотрение, право на преценка, свобода на преценка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικότητα
διακριτικότητα συνώνυμο, διακριτικότητα στα αγγλικα, διακριτικότητα αγγλικα, διακριτικότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διακριτικότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διακριτικό στα βουλγαρικά - отличителен, отличителния, отличителна, отличителни, отличително
- διακριτικός στα βουλγαρικά - отличителен, отличителния, отличителна, отличителни, отличително
- διακυβεύω στα βουλγαρικά - рисковата, залог, дял, кол, риск, дела
- διακυμαίνομαι στα βουλγαρικά - печка, диапазон, колебаят, колебае, се колебае, се колебаят, да варира
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: дискретност, преценка, усмотрение, право на преценка, свобода на преценка
Μεταφράσεις: дискретност, преценка, усмотрение, право на преценка, свобода на преценка