Δικαιοδοσία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δικαιοδοσία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
юрисдикция, правосъдие, компетентност, компетентността, юрисдикцията
Δικαιοδοσία στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικαιοδοσία

δικαιοδοσία αγγλικά, δικαιοδοσία ορισμός, δικαιοδοσία διοικητικών δικαστηρίων, δικαιοδοσία ειρηνοδικείου, δικαιοδοσία συνωνυμα, δικαιοδοσία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δικαιοδοσία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δικάζω στα βουλγαρικά - сунита, съдия, съдията, съдии, съди
  • δικαίωμα στα βουλγαρικά - коригирам, правилен, плавай, верен, надясно, право, десен, ...
  • δικαιολογία στα βουλγαρικά - извинение, оправдание, повод, претекст
  • δικαιολογώ στα βουλγαρικά - извинение, оправдание, повод, претекст
Τυχαίες λέξεις
Δικαιοδοσία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: юрисдикция, правосъдие, компетентност, компетентността, юрисдикцията