Διχασμός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διχασμός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разделение, делене, дивизия, разделяне, участък, поделение
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διχασμός
διχασμός 1965, διχασμός 1915, διχασμός και εξιλέωση περί πολιτικής ηθικής των ελλήνων, διχασμός μετάφραση, διχασμόσ και εξιλέωση, διχασμός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διχασμός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διφορούμενος στα βουλγαρικά - двусмислен, двусмислени, двусмислено, неясна, двусмислена
- διχάζω στα βουλγαρικά - разделение, раздвоен, раздвояваме
- διχοτομία στα βουλγαρικά - прелом, сплит, дихотомия, противопоставяне, дихотомията, раздвоение, двойственост
- διχοτομώ στα βουλγαρικά - разполовявам, разделям се
Τυχαίες λέξεις
Διχασμός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разделение, делене, дивизия, разделяне, участък, поделение
Μεταφράσεις: разделение, делене, дивизия, разделяне, участък, поделение