Δρομέας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δρομέας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бегач, второ, второ място, подгласник, подгласничка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δρομέας
δρομέας ποδήλατα, δρομέας άγαλμα, δρομέας τουριστικό γραφείο, δρομέας θεσσαλονίκη, δρομέας καρέκλες, δρομέας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δρομέας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δριμύτητα στα βουλγαρικά - суровост, строгост, тежест, тежестта, сериозността
- δρομάκι στα βουλγαρικά - алея, уличка, улица, алеята
- δρομολόγιο στα βουλγαρικά - маршрут, маршрута, маршрути, маршрута на
- δροσερός στα βουλγαρικά - прохладния, хладен, хладно, готино, готин, прохладно
Τυχαίες λέξεις
Δρομέας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бегач, второ, второ място, подгласник, подгласничка
Μεταφράσεις: бегач, второ, второ място, подгласник, подгласничка