Εγγυητής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εγγυητής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поръчителя, гарант, поръчител, гаранта, гарантът, гаранти
Εγγυητής στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγγυητής

εγγυητής σε επαγγελματική μίσθωση, εγγυητής και υπερχρεωμένα νοικοκυριά, εγγυητής σε σύμβαση μίσθωσης, εγγυητής σε δάνειο, εγγυητής δανείου, εγγυητής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγγυητής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εγγράφομαι στα βουλγαρικά - приет във вуз, бивам приет във вуз, приемам във вуз
  • εγγραφή στα βουλγαρικά - регистрация, записване, запис, за запис, запис на, на запис
  • εγγυώμαι στα βουλγαρικά - гаранция, гаранция за, гаранционен, гаранция от
  • εγγύηση στα βουλγαρικά - гаранция, гаранция за, гаранционен, гаранция от
Τυχαίες λέξεις
Εγγυητής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: поръчителя, гарант, поръчител, гаранта, гарантът, гаранти