Εγχάραξη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εγχάραξη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гравиране, гравюра, гравиране на, на гравиране
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγχάραξη
εγχάραξη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγχάραξη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εγκυμοσύνη στα βουλγαρικά - бременност, бременността, на бременност, на бременността
- εγκόσμιος στα βουλγαρικά - светски, земен, банално, светско, светска
- εγχείρημα στα βουλγαρικά - предприятие, проект, проекта, проекти, на проекта
- εγχείρηση στα βουλγαρικά - действие, хирургия, операция, операцията, операция на, хирургична намеса
Τυχαίες λέξεις
Εγχάραξη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гравиране, гравюра, гравиране на, на гравиране
Μεταφράσεις: гравиране, гравюра, гравиране на, на гравиране