Ενθουσιώδης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ενθουσιώδης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ентусиазиран, ентусиазирани, ентусиазъм, ентусиазирана, ентусиазирано
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενθουσιώδης
ενθουσιώδης συνωνυμα, ενθουσιώδης κλιση, ενθουσιώδης συνωνυμο, ενθουσιώδης ορισμός, ενθουσιώδης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ενθουσιώδης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ενθουσιασμένος στα βουλγαρικά - възбуден, развълнуван, развълнувани, развълнувана, вълнувам
- ενθουσιασμός στα βουλγαρικά - ентусиазъм, ентусиазма, ентусиазмът, възторг
- ενθύμιο στα βουλγαρικά - сувенир, спомен, за спомен, напомняне
- ενιαίος στα βουλγαρικά - обединен, единен, Обединеното, обединена, Съединените
Τυχαίες λέξεις
Ενθουσιώδης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ентусиазиран, ентусиазирани, ентусиазъм, ентусиазирана, ентусиазирано
Μεταφράσεις: ентусиазиран, ентусиазирани, ентусиазъм, ентусиазирана, ентусиазирано