Ενόχληση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ενόχληση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неудобство, пребрадка, досада, неприятност, противообществените прояви, вредни въздействия
Ενόχληση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενόχληση

ενόχληση στους όρχεις, ενόχληση στο στήθος, ενόχληση στο γόνατο, ενόχληση στον λαιμό, ενόχληση στο μάτι, ενόχληση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ενόχληση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ενυδρείο στα βουλγαρικά - аквариум, аквариума, аквариумни, аквариуми
  • ενότητα στα βουλγαρικά - единство, единството, обединение, единството на
  • ενώ στα βουλγαρικά - докато, а, време, същевременно
  • ενώνω στα βουλγαρικά - присъедините, присъединят, се присъедини, присъединят към, се присъединят
Τυχαίες λέξεις
Ενόχληση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: неудобство, пребрадка, досада, неприятност, противообществените прояви, вредни въздействия