Εξάρθρωση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εξάρθρωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изкълчване, дезорганизация, дислокация, объркване, разместване
Εξάρθρωση στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάρθρωση

εξάρθρωση γνάθου, εξάρθρωση ισχίου, εξάρθρωση γονάτου, εξάρθρωση επιγονατίδας, εξάρθρωση δακτύλου, εξάρθρωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξάρθρωση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εξάπλωση στα βουλγαρικά - разпространяване, разстилане, разпространение, разпространение на, разпространява
  • εξάπτω στα βουλγαρικά - възбуждам, вълнувам, възбуди, вълнува, вълнуват
  • εξάρτημα στα βουλγαρικά - компонент, елемент, за компонент, компонента
  • εξάρτηση στα βουλγαρικά - зависимости, колония, зависимост, зависимостта, на зависимостта, зависимост от, зависимостта от
Τυχαίες λέξεις
Εξάρθρωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изкълчване, дезорганизация, дислокация, объркване, разместване