Εξοργίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εξοργίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вбесявам, усилвам, изкарвам от търпение, раздразням
Εξοργίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοργίζω

εξοργίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξοργίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εξορία στα βουλγαρικά - изгнание, заточение, плен, изгнанието
  • εξορίζω στα βουλγαρικά - изхвърлям, пращам, заточавам, изпаднеш, изпращам
  • εξοργισμένος στα βουλγαρικά - яростен, разярен, бесен, яростни, и яростни
  • εξορκίζω στα βουλγαρικά - освободиха, прогонвам, прогони, заклинам, освобождавам от зли духове
Τυχαίες λέξεις
Εξοργίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: вбесявам, усилвам, изкарвам от търпение, раздразням