Επίπλευση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επίπλευση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
флотация, флотационен, флотационно, флотацията, флотационна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίπλευση
βύθιση επίπλευση, επίπλευση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επίπλευση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επίπεδο στα βουλγαρικά - самолет, ниво, равнище, нивото, степен, ниво на
- επίπεδος στα βουλγαρικά - плосък, плоскоекранен, плоска, с плосък, апартамент
- επίπληξη στα βουλγαρικά - упрек, порицание, мъмрене, укор, изобличение, смъмряне
- επίπλωση στα βουλγαρικά - мебелировка, Обзавеждане, мебели, Мебелно обзавеждане, мебели от
Τυχαίες λέξεις
Επίπλευση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: флотация, флотационен, флотационно, флотацията, флотационна
Μεταφράσεις: флотация, флотационен, флотационно, флотацията, флотационна