Επαγρύπνηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επαγρύπνηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бдителност, бдителността, за бдителност, на бдителността
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαγρύπνηση
επαγρύπνηση λεξικο, αντιληπτική επαγρύπνηση, επαγρύπνηση ορισμος, επαγρύπνηση σημασια, επαγρύπνηση ακελ, επαγρύπνηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επαγρύπνηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επαγγελματίας στα βουλγαρικά - професионален, професионална, професионално, професионални, професионалната
- επαγγελματικός στα βουλγαρικά - професионален, професионална, професионално, професионални, професионалната
- επαγωγή στα βουλγαρικά - взвод, индукция, индуциране, индукционна, индукция на, индукцията
- επαινετός στα βουλγαρικά - похвален, похвална, похвално, похвални, похвалната
Τυχαίες λέξεις
Επαγρύπνηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бдителност, бдителността, за бдителност, на бдителността
Μεταφράσεις: бдителност, бдителността, за бдителност, на бдителността