Επιδότηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιδότηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
субсидия, субсидията, субсидии, субсидиране
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδότηση
επιδότηση ελαιολάδου 2014, επιδότηση για νέους επιχειρηματίες έως 40 ετών, επιδότηση κουφωμάτων, επιδότηση ενοικίου, επιδότηση για αλλαγή κουφωμάτων 2013, επιδότηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιδότηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιδρομή στα βουλγαρικά - набег, нахлуване, RAID, пробив, нападение
- επιδόρπιο στα βουλγαρικά - десерт, десерта, десертни, десерти
- επιείκεια στα βουλγαρικά - снизхождение, индулгенция, угаждане, задоволяване, глезене
- επιεικής στα βουλγαρικά - незлобив, милостив, прощава, прощаващ, прощаващи
Τυχαίες λέξεις
Επιδότηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: субсидия, субсидията, субсидии, субсидиране
Μεταφράσεις: субсидия, субсидията, субсидии, субсидиране