Ευδιάκριτος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ευδιάκριτος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отчетлив, отделен, различен, ясен, важно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευδιάκριτος
ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ευδιάκριτος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ευδαιμονία στα βουλγαρικά - блаженство, Блис, Bliss, блаженството, блажено
- ευδιάθετος στα βουλγαρικά - весел, радостен, приятен
- ευδοκιμώ στα βουλγαρικά - процъфтявам, процъфтяват, процъфтява, виреят, преуспяват
- ευελπιστώ στα βουλγαρικά - надежда, надявам се, се надявам, се надяваме
Τυχαίες λέξεις
Ευδιάκριτος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отчетлив, отделен, различен, ясен, важно
Μεταφράσεις: отчетлив, отделен, различен, ясен, важно