Εφημερίδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εφημερίδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хартия, вестник, непушачи, за непушачи, вестници, вестника
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφημερίδα
εφημερίδα ελευθερία, εφημερίδα έθνος, εφημερίδα θεσσαλία, εφημερίδα της κυβερνήσεως, εφημερίδα συντακτών, εφημερίδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εφημερίδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εφηβικός στα βουλγαρικά - сексапилна, възраст за женене, на възраст за женене, зряла
- εφημέριος στα βουλγαρικά - пастор, викарий, капелан, свещеник, капеланът, капелана, военен свещеник
- εφικτός στα βουλγαρικά - възможно, осъществим, изпълним, осъществимо, е възможно
- εφοδιάζω στα βουλγαρικά - храня се, ям
Τυχαίες λέξεις
Εφημερίδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: хартия, вестник, непушачи, за непушачи, вестници, вестника
Μεταφράσεις: хартия, вестник, непушачи, за непушачи, вестници, вестника