Θρησκευτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θρησκευτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
религиозния, религиозен, религиозна, религиозни, религиозно, религиозната
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρησκευτικός
θρησκευτικός τουρισμός ορισμός, θρησκευτικός φονταμενταλισμός, θρησκευτικός ρατσισμός, θρησκευτικός ουμανισμός, θρησκευτικός γάμος, θρησκευτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θρησκευτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θρηνώ στα βουλγαρικά - тъгувам, скърбя, скърбят, жалее, наскърбените
- θρησκεία στα βουλγαρικά - религия, религията, религиозна принадлежност, вероизповедание, религиозна
- θρησκευόμενος στα βουλγαρικά - религиозния, религиозен, религиозна, религиозни, религиозно, религиозната
- θριαμβευτικά στα βουλγαρικά - тържествуващо, ликуващо, радостно
Τυχαίες λέξεις
Θρησκευτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: религиозния, религиозен, религиозна, религиозни, религиозно, религиозната
Μεταφράσεις: религиозния, религиозен, религиозна, религиозни, религиозно, религиозната