Κάπα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κάπα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плащ, нос, Кабо, Кейп, Cape, пелерина
Κάπα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάπα

κάπα καθημερινής, κάπα πάτρα, κάπα samantha sotos, κάπα research για το βήμα της κυριακής, κάπα studios, κάπα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κάπα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κάμπτω στα βουλγαρικά - завой, огъване, на огъване, огъват, извивка
  • κάνω στα βουλγαρικά - делата, превеждам, правя, направи, направите, направя, направим
  • κάπαρη στα βουλγαρικά - каперси, каперсите, от каперси, кейпърс
  • κάποιος στα βουλγαρικά - човек, някой, някого
Τυχαίες λέξεις
Κάπα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: плащ, нос, Кабо, Кейп, Cape, пелерина